Ο καθένας μας έχει κάποιους στόχους στη ζωή του. Άλλος επιθυμεί να βελτιώσει την εμφάνισή του, άλλος να πετύχει ένα επαγγελματικό κατόρθωμα, άλλος να δημιουργήσει μια ευτυχισμένη σχέση, άλλος να ανακαλύψει το πάθος του στη ζωή, άλλος να μεγαλώσει ευτυχισμένα παιδιά, κ.λπ..
Για τους περισσότερους από εμάς η διαδικασία έγκειται κυρίως στο να κάνουμε τις σωστές επιλογές την ώρα που πρέπει, ώστε να κινηθούμε ένα βηματάκι πιο κοντά στην επίτευξη του στόχου. Για μερικούς, που μπορεί να έχουν μελετήσει κάποια κείμενα σχετικά με τις διαδικασίες επίτευξης στόχων, είναι πολύ σημαντικό να θέσουν ένα ακριβή και πρακτικό στόχο.
Υπάρχουν πολλά που πρέπει να ειπωθούν για το θέμα της «Στοχοθεσίας», αλλά σε αυτό το άρθρο θέλω να μοιραστώ μια σημαντική πτυχή, τη διαφορά μεταξύ του να εστιάζει κανείς σε ένα στόχο ή να εστιάζει σε μια στρατηγική.
Αυτά τα δύο πράγματα είναι σαφώς διαφορετικά. Η κατανόηση της διαφοράς και η εφαρμογή αυτής της κατανόησης στο μέλλον μπορεί να κάνει μεγάλη διαφορά στη ζωή μας, όπως έχω διαπιστώσει και ο ίδιος, όχι λίγες φορές.
Όταν ο νους μας σκέφτεται έναν στόχο, σκέφτεται μια μεμονωμένη στιγμή στο μέλλον όπου εμφανίζεται το πλήρες αποτέλεσμα, το πλήρες φαινόμενο που επιθυμούμε να πραγματοποιηθεί. Για παράδειγμα αν ο στόχος μου είναι να περάσω τις εξετάσεις οδήγησης, ο νους μου βλέπει μια στιγμή αφού έχω ήδη περάσει στην εξέταση. Μπορεί να συλλογίζομαι τα οφέλη που ακολουθούν αυτή την επιτυχία, όπως για παράδειγμα ότι θα οδηγώ ένα αμάξι και θα πηγαίνω σε ένα μέρος που θέλω ή χρειάζεται να πηγαίνω. Πόσο χρόνο θα γλυτώνω, πόσο πιο άνετα θα πηγαίνω, κ.λπ..
Η αλήθεια είναι ότι αυτά που σκέφτομαι δεν είναι παρά το «τελικό επιθυμητό αποτέλεσμα». Όλα αυτά συμβαίνουν συνειδητά, την ίδια ώρα που υποσυνείδητα συμβαίνει το εξής: ο ο νους όταν βλέπει έναν «στόχο» εργάζεται για να υπολογίσει πιθανές διαδρομές από το σημείο που βρισκόμαστε σήμερα μέχρι εκεί που θέλουμε να φτάσουμε. Είναι αναπόφευκτο να γίνεται αυτή η διαδικασία μέσα μας. Όταν φέρουμε αυτή τη διαδικασία από το σκοτάδι του υποσυνείδητου στο φως της συνείδησης και την δουλέψουμε ώστε να γίνει μια οργανωμένη και συστηματική σκέψη, τότε την ονομάζουμε «στρατηγική».
Έτσι μπορούμε να ορίσουμε τον όρο στρατηγική ως «βήματα και επιλογές που ακολουθούν ένα ευρύτερο πλάνο και συνεργάζονται μεταξύ τους ώστε να μας κατευθύνουν στο τελικό επιθυμητό αποτέλεσμα». Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
Προσέξτε τώρα γιατί έχω μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση:
«Αν αγνοήσουμε εντελώς τους στόχους και προσηλωθούμε μόνο στην στρατηγική (δηλαδή στη διαδικασία) τότε θα έχουμε τα επιθυμητά αποτελέσματα;»
Παράδειγμα: Αν είχαμε μια ομάδα μπάσκετ και αντί να σκεφτόμαστε το τελικό επιθυμητό αποτέλεσμα (τον στόχο), εστιάζαμε μόνο στην καθημερινή προπόνηση θα καταφέρναμε να πάρουμε το πρωτάθλημα ή έστω να πλησιάσουμε σε αυτό τον στόχο;
Είναι πολύ πιθανό πως ΝΑΙ!
Έχω ένα καλό φίλο που ασχολείται με τη συγγραφή άρθρων. Για έναν χρόνο έγραφε 2 άρθρα τη βδομάδα. Κάθε άρθρο αποτελείται περίπου από 1500 λέξεις. Σε έναν χρόνο είχε γράψει περισσότερες από 150.000 λέξεις. Δεν το βρίσκεις και εσύ εντυπωσιακό;!
Ένα τυπικό βιβλίο αποτελείται περίπου από 50.000-60.000 λέξεις. Στην ουσία λοιπόν έγραψε περισσότερο από 2 ολόκληρα βιβλία σε ένα χρόνο. Μήπως ο στόχος του ήταν αυτός; Όχι, κάθε άλλο.
Η προσοχή του ήταν μόνο στο να γράφει δύο αξιόλογα άρθρα κάθε βδομάδα (ναι-ναι, ακολουθώ πλέον τη στατηγική του, το παραδέχομαι). Μπορούμε να πούμε ότι και αυτό ήταν ένας στόχος, σωστά; Ήταν ένας μικρός επαναλαμβανόμενος στόχος για κάθε εβδομάδα. Ωστόσο κάθε στρατηγική αποτελείται από μικρούς, σύντομους και σχετικά εύκολους στόχους. Εκείνος συγκεντρώθηκε σε αυτόν τον επαναληπτικό και μικρής έντασης στόχο, βδομάδα προς βδομάδα και τελικά κατάφερε κάτι που πολλοί συγγραφείς ίσως να μην μπορέσουν ποτέ στη ζωή τους.
Ποτέ δεν «αποφάσισε» να γράψει δύο βιβλία σε ένα χρόνο! Όπως μου είπε ο ίδιος, δε θα μπορούσε ποτέ να τα καταφέρει αν στόχευε σε κάτι τέτοιο, γιατί ήταν ένας πολύ μεγάλος και ευρύς στόχος και αδυνατούσε να συγκεντρωθεί.
Ακολούθησε μια στρατηγική, έστω και αν δεν είχε ποτέ συνειδητά στοχεύσει τον ευρύτερο στόχο. Υπάρχουν περισσότεροι λόγοι γιατί το να εστιάζουμε στη στρατηγική (στη διαδικασία) είναι καλύτερο τελικά από το να εστιάζουμε στο στόχο.
Αυτό το φαινόμενο ισχύει για πολλούς ανθρώπους (όχι για όλους όμως) και είναι πολύ σημαντικό, ειδικά αν διαπιστώσουμε ότι ισχύει για μας. Ασχολούμαστε με κάτι και σκεφτόμαστε τον στόχο μας. Όσο εστιάζουμε στον στόχο μέσα μας νιώθουμε κάπως έτσι: «Δεν είμαι ακόμα αρκετά καλός (δυνατός, γνώστης, ικανός, κλπ.), αλλά θα φτάσω να είμαι όταν πετύχω τον στόχο μου».
Όταν συμβαίνει αυτό, τοποθετούμε την ευτυχία μας στο μέλλον, εμποδίζοντάς την με το στόχο μας. Είναι σα να λέμε στον εαυτό μας: «Δεν σου αξίζει να είσαι ευτυχισμένος επειδή δεν έχει πετύχει αυτό».
Στις περισσότερες περιπτώσεις δε θα αντέξουμε αρκετά για να πετύχουμε τον στόχο μας όταν μέχρι εκείνο το σημείο δεν είμαστε ευτυχισμένοι.
Υπάρχουν δύο πράγματα που λύνουν αυτό το πρόβλημα.
Δεν σημαίνει ότι χρειάζεται να ξεχάσουμε για ποιο λόγο κάνουμε ότι κάνουμε, αλλά να εστιάσουμε περισσότερο στους μικρούς πρακτικούς στόχους, τα βήματα της στρατηγικής μας. Αν κάθε μέρα καταφέρνουμε αυτό που έχουμε θέσει ως «απαραίτητο βήμα» στην στρατηγική μας, τότε πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι με τον εαυτό μας. Αυτή η αίσθηση μας δίνει ένα καλό κίνητρο για την επόμενη μέρα. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να συνεχίσουμε μέρα προς μέρα, προς τον ευρύτερο στόχο μας.
Από την άλλη, συνήθως προσθέτουμε αχρείαστο άγχος μέσα μας σχετικά με τους στόχους μας. Θα έχετε ακούσει κάποιους να λένε φράσεις όπως «δεν έχω κανέναν στόχο», όμως δεν γίνεται να μην έχουμε στόχους στην πραγματικότητα. Ακόμα και αν ο στόχος μου είναι απλώς να συνεχίσω να επιβιώνω οργανικά άλλη μια μέρα ή να «περάσω καλά σήμερα», από μία άποψη είναι στόχοι επειδή είναι επιθυμίες για τις οποίες κάνω κάτι! Ωστόσο το ακούμε να το λένε, σαν μια μέθοδο να αποφευχθεί το άγχος που προκύπτει από την δέσμευση που συνοδεύει έναν στόχο.
Κάτι που δεν γνωρίζουν οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ότι η ευτυχία, η πραγματική ευτυχία, υπάρχει μόνο στο ΤΩΡΑ. Μια, κάποια ευχαρίστηση, μπορεί να υπάρξει όταν ατενίζουμε μια ευχάριστη στιγμή στο παρελθόν ή όταν σκεφτόμαστε ένα επιθυμητό αποτέλεσμα στο μέλλον. Ωστόσο, πραγματική ευτυχία υπάρχει μόνο στο παρόν.
Παρόν σημαίνει «παρόντας χρόνος» και «παρόντας χώρος». Στο παρόν δεν περιλαμβάνεται εκείνος που βρίσκεται στο διπλανό διαμέρισμα. Για να γίνει παρόν πρέπει να είμαστε στον ίδιο χώρο την ίδια στιγμή. Αν η ευτυχία υπάρχει μόνο στο ΠΑΡΟΝ, τότε γιατί μας διαφεύγει τόσο συχνά;
Επειδή πολύ συχνά είμαστε «αλλού». Αν εστιάσουμε σε αυτό που κάνουμε, όσο μικρό και αν είναι, υπάρχει μια ανεξάντλητη πηγή ευτυχίας για να αισθανθούμε. Το «παρόν» είναι σχεδόν ασύλληπτο από το υποσυνείδητο, χωρίς να σημαίνει όμως ότι το συνειδητό έχει τελειοποιήσει την τέχνη του να βρίσκεται στο παρόν. Χρειάζεται να βρεθούν και τα δύο ταυτόχρονα ΕΔΩ για να μπορέσουμε να βιώσουμε την ευχαρίστηση του ΤΩΡΑ.
Ίσως να έχετε διαβάσει ότι ο εγκέφαλος δεν κατανοεί τη διαφορά μεταξύ αληθινού και ψεύτικου, ούτε μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας.
Όταν θα έχουμε ολοκληρώσει τον στόχο θα αισθανόμαστε ευτυχισμένοι, επιτυχημένοι, πλήρεις, κ.λπ.. Μπορούμε να εστιάσουμε νοητικά σε αυτές τις αισθήσεις, αρκετά και με τόση ένταση και αληθοφάνεια όπου θα υπερκεράσουμε τους αυτόματους συνειρμούς του νου, που μας λένε ότι τώρα δεν είμαστε ευτυχισμένοι, επιτυχημένοι, κ.λπ..
Αν η διαδικασία γίνει σωστά, τότε μοιάζει σα να έχουμε μεταφερθεί ήδη σε μια στιγμή μετά την επίτευξη του στόχου. Αυτή η νοητική στάση είναι παντοδύναμη και έχει χρησιμοποιηθεί από πολλούς δασκάλους και coach παντού. Δεν κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας, αλλά κάνουμε αυτό που στην ψυχολογία ονομάζεται priming, δηλαδή δημιουργούμε μια νοητική στάση που βοηθάει πάρα πολύ στο να κάνουμε καθημερινά όλα τα βήματα της στρατηγικής μας και τελικά να πετύχουμε τους στόχους μας.
Ένα πρόβλημα που υπάρχει με τους στόχους εμφανίζεται όταν αυτοί ολοκληρωθούν. Αμέσως μετά τα πρώτα συναισθήματα ικανοποίησης και ολοκλήρωσης εμφανίζεται μια αίσθηση απουσίας σκοπού, δηλαδή ένα κενό. Αυτό το κενό ξεκινάει με ένα αρνητικό συναίσθημα και μας οδηγάει να σταματήσουμε ότι μας έφερε μέχρι εδώ.
Βλέπουμε μια κοπέλα που φροντίζει την εμφάνισή της με σκοπό να βρει έναν καλό και αξιόλογο σύντροφο (ακόμα και αν υποστηρίζει ότι το κάνει για τον εαυτό της και μόνο, υποσυνείδητα το κάνει και για αυτό το λόγο) να δημιουργήσει μια δυνατή οικογένεια. Όταν βρει και όντως καταφέρει να αποκτήσει ένα παιδί ξαφνικά εγκαταλείπει σχεδόν οποιαδήποτε προσπάθεια να φροντίσει την υγεία της, την εμφάνισή της, κ.λπ.. Δε θα το κάνουν όλες οι γυναίκες αυτό, αλλά αρκετές θα το κάνουν.
Μην εκλογικεύσετε το φαινόμενο. Δεν το κάνει επειδή έχει συγκεντρωθεί στα παιδιά της, στον άντρα της και άλλα πιο σημαντικά πράγματα. Όσο βρίσκετε σε μια οργανωμένη ανθρώπινη κοινωνία υπάρχει ακόμα λόγος που μια γυναίκα αξίζει, προς όφελος της, να διατηρεί μια υγιή και ευπαρουσίαστη εμφάνιση.
Ο βασικός λόγος που σταματάει αυτή η γυναίκα είναι επειδή αρχικά είχε έναν στόχο και μόλις αυτός επιτεύχθηκε τότε δεν βλέπει άλλο λόγο να συνεχίσει όσα έκανε πριν. Ο στόχος ήταν πιο σημαντικός από την ίδια τη διαδικασία και αυτή είναι η παγίδα που πέφτουμε τελικά πολλές φορές στη ζωή.
Μία λύση βρίσκεται στον σχεδιασμό των στόχων. Αν φτιάχνουμε μεμονωμένους στόχους, οι οποίοι εφόσον επιτευχθούν κλείνουν ολοκληρωτικά ένα κεφάλαιο, τότε θα βιώνουμε το παραπάνω φαινόμενο «απουσίας σκοπού».
Στο παραπάνω παράδειγμα η κοπέλα θα μπορούσε να έχει θέσει ένα ευρύτερο στόχο σχετικά με την υγεία ή την εμφάνισή της έτσι ώστε όταν πετύχει το ένα επιθυμητό αποτέλεσμα να συνεχίσει να έχει λόγους να κάνει όλα αυτά που της έκαναν καλό.
Ένας τέτοιος στόχος θα ήταν να νιώθει όμορφα με το σώμα της, να επιθυμεί για τον εαυτό της την υγεία της και να έχει μακροζωία ελπίζοντας να μην αντιμετωπίσει κανένα σημαντικό ιατρικό πρόβλημα.
Όπως ίσως αντιλαμβάνεστε και εσείς, ένας τέτοιος στόχος δεν έχει κάποιο απόλυτο τέλος, δηλαδή δεν ολοκληρώνεται ποτέ 100%. Είναι περισσότερο μια υψηλή επιθυμητή κατάσταση που συντηρεί κανείς κάνοντας συνεχώς επιλογές σχετικά με την άσκηση, την διατροφή, κ.λπ..
Οι ευρύτεροι στόχοι δεν ολοκληρώνονται ποτέ, αλλά διαμορφώνουν τον τρόπο ζωής μας. Σε αντίθεση, οι απλοί στόχοι δεν αλλάζουν ουσιαστικά τον τρόπο ζωής μας, αφού τις περισσότερες φορές μετά την ολοκλήρωσή τους σταματάμε να κάνουμε οτιδήποτε ωφέλιμο κάναμε πριν.
Επίσης στο παραπάνω παράδειγμα, βλέπουμε ότι ο πρώτος στόχος αποτελεί μονάχα ένα μέρος του συνολικού ή ευρύτερου σχεδίου. Η ίδια κοπέλα θα μπορούσε να στηρίξει μια καριέρα ή άλλους στόχους πάνω στον ευρύτερο στόχο «να είναι υγιής και εμφανίσιμη μέχρι τα βαθιά γεράματα».
Κανένας από αυτούς τους στόχους δε θα την έκανε να νιώθει ότι έχει ολοκληρώσει 100% τον ευρύτερο στόχο της.
Όταν σκοπεύουμε σε έναν στόχο κάνουμε ότι κάνουμε μόνο και μόνο για τον στόχο. Μπορεί να ακούγεται απλοϊκό αλλά αυτή η πρόταση κρύβει μια προβληματική αλήθεια.
Όσο κάνουμε μια ενέργεια για κάτι άλλο (μόνο για κάτι άλλο), τότε δε θα υπάρχει πραγματική ικανοποίηση. Αν αντιθέτως εστιάσουμε στην διαδικασία, τότε κάθε μέρα είναι σημαντική.
Είναι διαφορετικό μοντέλο σκέψης όταν εστιάζω στο να κάνω «αυτό που έχω σχεδιάσει» σήμερα, από το να κάνω «αυτό που θα εξυπηρετήσει τον στόχο μου». Κάποιοι άνθρωποι δεν το κατανοούν με την πρώτη ή μέχρι να το δοκιμάσουν στην πράξη, ωστόσο είναι πολύ πιο εύκολο να αλλάξουμε την ζωή κάποιου βοηθώντας τον να εισάγει κάποιες νέες απλές συνήθειες (ή ρουτίνες), αντί να κυνηγήσει ένα μεγάλο και απαιτητικό στόχο.
Ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία σχετικά με την δύναμη του να χτίζουμε μια νέα συνήθεια είναι το The One Thing από τους συγγραφείς και επιχειρηματίες Gary W. Keller και Jay Papasan.
Υπάρχει μια λογική που λέει ότι πρέπει να θέτουμε έναν στόχο και να είμαστε τόσο αποφασισμένοι και τόσο πεισματάρηδες σχετικά με αυτόν που να μην μετακινούμαστε καθόλου από τη θέση μας.
Αυτό είναι υπέροχο! Αν μόνο μπορούσαμε να ελέγξουμε το μέλλον… (μη γελάτε).
Είναι αλήθεια ότι δεν μπορούμε να ελέγξουμε το μέλλον. Το έχω τσεκάρει, δεν γίνεται σίγουρα. Μπορούμε σε κάποιο βαθμό να ελέγξουμε τις πράξεις μας και σε μικρότερο βαθμό να επηρεάσουμε (έλεγχος) τις πράξεις των άλλων ανθρώπων. Όμως σε μια σύνθετη κοινωνία όπως η δική μας η τυχαιότητα (κάθε δύναμη που εισέρχεται σε μια σκηνή και βρίσκεται έξω από τη σφαίρα επιρροής μας) είναι τόσο μεγάλη που είναι πρακτικά αδύνατο να ελέγξουμε το μέλλον.
Κάθε φορά όμως που θέτουμε έναν στόχο κάνουμε αυτή την προσπάθεια.
Επειδή κάθε στόχος είναι μια πρόθεση ώστε στο μέλλον, να βρίσκομαι σε συγκεκριμένη κατάσταση ή θέση σχετικά με κάτι. «Αποφασίζω» ότι σε ένα χρόνο από τώρα θα έχω βγάλει 100.000€. Προσπαθώ να πω και να ορίσω το μέλλον.
Ανάλογα το χρονοδιάγραμμα που έχω για κάθε στόχο, ανάλογα δημιουργώ και μια επαναλαμβανόμενη διαδικασία ελέγχου και διόρθωσης. Ίσως κάθε βδομάδα, ίσως κάθε μήνα.
Αυτή η διαδικασία συνήθως δεν χρειάζεται πολύ χρόνο, αν έχει σχεδιαστεί σωστά από την αρχή. Ο σκοπός αυτής της διαδικασίας είναι να ελέγξει με αντικειμενικό τρόπο πόση πρόοδος έχει γίνει προς την επιθυμητή κατεύθυνση. Για την αξιολόγηση χρησιμοποιούμε «δείκτες». Όσοι από σας έχουν επιχείρηση ή ασχολείστε με το μάρκετινγκ και τις στατιστικές μετρήσεις θα αναγνωρίζεται την φιλοσοφία.
Οι δείκτες είναι δεδομένα που όταν συγκρίνονται με άλλα παρόμοια δεδομένα προηγούμενων χρονικών στιγμών μας δίνουν μια πολύτιμη πληροφορία σχετικά με την τωρινή μας κατάσταση.
Αν εργάζομαι στον χώρο των πωλήσεων σημειώνω δείκτες όπως:
Ποτέ να μην έχετε πολλές στατιστικές μαζί. Μπορείτε να έχετε διαφορετικές διαδικασίες ελέγχου για διαφορετικά τμήματα ενός στόχου. Για να έχουν νόημα αυτά τα δεδομένα χρειάζομαι δύο διαφροετικές χρονικές περιόδους για σύγκριση. Μια προηγούμενη καταγραφή, για παράδειγμα μια προηγούμενη βδομάδα (ή περισσότερες προηγούμενες προφανώς) και την παρούσα καταγραφή που περιγράφει το στόχο μου.
Όταν μιλάμε για στόχους, είναι καλό να είναι μετρήσιμοι. Συχνά θα ακούσετε τους Coach να μιλάνε για αυτό, ωστόσο ξέρω πολύ καλά ότι δεν είναι πάντοτε εφικτό. Κάποια θέματα και κάποιες περιοχές της ζωής δεν είναι ποσοτικά πράγματα αλλά ποιοτικά.
Δεν μπορούμε να πούμε ότι «θέλουμε να βοηθήσουμε κάποιον να βελτιώσει τη ζωή του χ%». Αυτό δεν σημαίνει ότι τα «ιερά» πράγματα όπως η αγάπη, ο έρωτας και όλα τα συναφή, δεν πρέπει να έχουν διαδικασίες ελέγχου και διόρθωσης. Και ερχόμαστε στο δεύτερο σκέλος…
Η διόρθωση ακολουθεί την αξιολόγηση, όταν βρίσκουμε ότι μια συγκεκριμένη ενέργεια μείωσε κάποιον σημαντικό δείκτη. Για παράδειγμα, ένας μαθητής μου εντόπισε μέσω της διαδικασίας ελέγχου που έκανε σε εβδομαδιαία βάση ότι αν μιλούσε στο τηλέφωνο την τελευταία μισή ώρα πριν κοιμηθεί μετά έκανε πιο ανάστατο ύπνο.
Η επικοινωνία, το κινητό τηλέφωνο, η κοινωνική διάδραση… δεν ξέρω τι μπορεί να ήταν υπεύθυνο για αυτό πάντως ο μαθητής μου ξυπνούσε πιο κουρασμένος με αποτέλεσμα να έχει μειωμένα αποτελέσματα τις επόμενες μέρες στο στόχο του.
Μόλις το εντοπίσαμε σταμάτησε να το κάνει. Ενημέρωσε όσους μιλούσε αργά ότι από εδώ και πέρα θα κοιμόταν νωρίτερα και έκλεινε το κινητό του. Ίσως να μην κοιμόταν νωρίτερα αλλά κοιμόταν αρκετά καλύτερα και έλυσε το πρόβλημα που δημιουργούταν από την προηγούμενη κατάσταση.
Κανένα άρθρο δεν μπορεί να περιγράψει πλήρως το θέμα των στόχων. Έχω γράψει ήδη 2500 λέξεις (όταν ένα άρθρο έχει συνήθως 1000-1500) και δεν έχω αγγίξει ακόμα την επιφάνεια του θέματος. Ωστόσο δεν μειώνω την αξία όσων μοιράστηκα εδώ μαζί σας, θέλοντας να θίξω ειδικά το θέμα της στρατηγικής, της διαδικασίας προς έναν στόχο.
Ελπίζω να μην έχω παρεξηγηθεί, θεωρώ το να θέτουμε στόχους ιδιαίτερα σημαντικό. Το μήνυμά μου είναι ότι αν και οι στόχοι είναι σημαντικοί, την επίτευξή τους την φέρνει η στρατηγική που σχεδιάζουμε και όχι ο ίδιος ο στόχος.